Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for Μαρτίου 2012

Το κάλεσμα

Με κάλεσαν σε ένα πάρτυ. Οχι κάποιοι γνωστοί – άγνωστοι, όπου θα χαλαρώσω αφήνοντας τον εαυτό μου ελεύθερο, φορώντας φόρεμα χωρίς εσώρουχα, χωρίς κυλότα σίγουρα, ώστε σε κολλητό χορό να ηδονίζομαι όταν τα χερια του καβαλιέρου μου κατεβαίνουν προς το ποπό μου, αγγίζοντας εμένα χωρίς το βρακί. Ηδονίζομαι όταν αισθάνομαι τους κτύπους τις καρδιάς να αυξάνονται, όταν τα χέρια συνειδητοποιούν ότι τα κωλομέρια είναι ελεύθερα , και πάλι όμως πιστεύουν στην ύπαρξη ενός έστω στρίνγκ. Λικνίζομαι και τρίβομαι στο καβάλλο του παρτενέρ μου, ενώ τα εμβρόντητα χέρια με άρπαξαν απο τα πισινά, ξέροντας πιά ότι μας χωρίζει ένα φορεματάκι. Χύνω στα μπούτια μου όταν του σηκώνεται. Δεν τον αφήνω ακάλυπτο, δεν τραβιέμαι, τον αφήνω να τριφτεί επάνω μου, με σφίγγει, τον φιλάω. Οταν χαλαρώνει τραβιέμαι. Πάω στον επόμενο και ούτω το κάθ ‘εξής, ώς το τέλος του πάρτυ, μέχρις ότου κάποιος απο’ αυτούς με τραβήξει σε κάποιο δωμάτιο και με καβαλλήσει. Πάντα κάποιος βρίσκεται, ή κάποιοι. Ευτυχώς. το φόρεμα βγαίνει και ολόγυμνη παραδίδομαι στην ηδονή. Δεν με νοιάζει ποιός με πηδάει, αρκεί να μπορεί.

Με κάλεσαν σε ένα πάρτυ, κάποιοι φίλοι. Ολοι γνωριζόμαστε οικογενειακά, φιλικά άρα δεν θα υπάρχει ίχνος έκπληξης, δεν θα κολλήσω σε κανέναν, κανείς δεν θα μου σηκώσει το φόρεμα, κανείς δεν θα με κυττάξει διαφορετικά. Ομως θα πάω, γιατί δεν έχω άλλη πρόταση για αυτό το Σάββατο.  Διαλέγω ένα ασπρόμαυρο φορεματάκι, με φρου-φρού φούστα. Το αίμα νερό δεν γίνεται : το καλσόν μου είναι ouvert στο καβάλλο. Θα καυλώσω με την ιδέα και μόνο. Γόβες μαύρες, λευκό τσαντάκι. Εμφανησιακά μη εντυπωσιακή, που νάξερες τι δεν υπάρχει απο κάτω. Μη γελιέσαι , θα σκυλοβαρεθώ. Φεύγω.

Είμαι στο «πάρτυ» εδώ και ένα 2ωρο. Τους ξέρω όλους και όλοι νομίζουν ότι με ξέρουν. Μιλάμε τις γνωστές κοινοτυπίες. Ενα χέρι αγκαλιάζει τη μέση μου, γυρίζω Α! Η παλιά μου φίλη, η Πάουλα. Μάτς-μούτς, πάμε επάνω να τα πούμε. Περνάμε απο τη τουαλέτα, γελάει που κατουράω όρθια, σκουπίζομαι και της το δίνω. Με γλείφει γονατιστή μπροστά μου, δεν έχω πολλά υγρά, πιάνει τη κλειτορίδα μου με τα δόντια της, ανατριχίλες διασχίζουν το κορμί μου. Συνεχίζει να πίνει τα υγρά μου. Οργασμός πνιχτός..τραβάω το καζανάκι, ώστε να μην ακούγομαι. Εχω ανάψει, θέλω να μη γαμήσουν ΤΩΡΑ. Φιλάω τη Πάουλα, της πιάνω τα βυζάκια της, σφιχτά για γλείψιμο. Πιπιλάω τις ρώγες της ενόσω εκείνη μιλάει στο κινητό της. Χαιρετάμε την ομήγυρι και φεύγουμε μαζί.

Εχει ένα μεγάλο αμάξι με φυμέ τζάμια. Κάθομαι πίσω. Επιτακτικά μου ζητάει να βγάλω το φόρεμά μου και να της το δώσω. Το βγάζω και ανατριχιάζω απο τη προσμονή. «Παίχτο» μου λέει. «Θέλω 3 οργασμούς, απο σένα». Δεν παίρνει πολύ ώρα, και χύνω 3 φορές, λεκιάζοντας το πίσω κάθισμα..κρυώνω λίγο, εχει μειώσει τη θέρμανση. Σταματάμε κάπου, ανοίγουν οι πόρτες και μπαίνουν 3 άντρες, 2 πίσω, ένας εμπρός. Ο μπροστινός είναι γνωστός μου, ο άνδρας της Πάουλα, οι άλλοι δυό, φίλοι του φαντάζομαι, όχι, είναι αδέλφια του. Με το που κάθονται με αρπάζουν, ο ένας μου χώνει το πούτσο του, όλο, στο στόμα μου, ο άλλος παλεύει με το παντελόνι του, το βγάζει και μου τον χώνει στο μουνί, ίσα που τον αισθάνομαι κολυμπαει το πέος του στη θάλασσα της ηδονής μου. Με γαμίζει δυνατά γιά ώρα. Ούτε βλέπω, ούτε ακούω, μόνο ρουφάω. Μου χύνει το στόμα, πνίγομαι..τραβιέται. Ο άλλος απο πίσω δεν έχυσε αλλά τραβήχτηκε. Το αυτοκίνητο έχει σταματήσει σε ένα ιδιωτικό πάρκινγκ. Η Πάουλα είναι στο δάπεδο του πάρκινγκ , τη πηδάει ο άνδρας της απο πίσω. Σέρνομαι κοντά της, θέλω τις ρώγες της, και το μουνί της θέλω, όμως με θέλουν και άλλοι. Με πιάνει ένας και με γυρίζει στα γόνατά μου, μου τραβάει τα μαλλιά πίσω, ανοίγω το στόμα μου και καταπίνω έναν, ακόμη έναν πούτσο. Δάχτυλα μπαίνουν στο κώλο μου, κρέμα μου βάζουν μάλλον, κάποιος πασπατεύει τη κλειτορίδα μου, μου τον χώνει αργά στο κώλο μου, πονάω και γρυλλίζω. Προχωράει αργά, ο πόνος καταλαγιάζει. Το πήδημα αρχίζει. Ολη τη νύχτα, ρουφάω, και πηδιέμαι. Γλείφω το μουνάκι της Πάουλα. Το λατρεύω, είναι ζεστό, φουσκωμένο, μυρίζει λαγνεία, πιάνω τα κωλομεράκια της, της τα έχουν καταχύσει, δεν με νοιάζει αρκεί που μπορώ και τα αγκαλιάζω.

Φτάνουμε σε ένα κρεββάτι κάποια στιμγή, όπου αφηνόμαστε στο Μορφέα. Ξυπνάω το πρωϊ και είμαστε μόνες, η Πάουλα και εγώ. Σαν όνειρο η χθεσινή βραδυά. Αγκαλιαζόμαστε και αφουγκραζόμαστε..τα αγόρια που είναι στη κουζίνα και ετοιμάζουν το πρωϊνό μας. Θα φάμε όλοι μαζί, ολόγυμνοι, πλυμμένοι στη κουζίνα..και μετά..θα απολαύσουμε τη Κυριακή μας.

 

Read Full Post »

Φαντασίωση

Κλείνεις τα μάτια και ονειρεύεσαι.

Περπατάς σε ένα άλλο τοπίο με τις κάλτσες. Δεν κάνει κρύο, ούτε και ζέστη, μιά γλυκιά θαλπωρή σε τυλίγει . Το εδαφος είναι ομαλό, χωματένιο χωρίς πέτρες. Μπροστά σου 3 μονοπάτια: Αν πάς ίσια θα βρίσκεσαι σ ‘ενα σπίτι, αν πάς αριστερά θα είσαι σε μία λίμνη και στα δεξιά υπάρχει μία μισόγυμνη νεράϊδα που σου νεύει. Είναι πανέμορφη με στητά βυζιά και ξανθά μαλλιά, τυλιγμένη σε διαφάνειες.  Διαλέγεις τη νεράϊδα και την ακολουθείς. Προσπαθείς να την αγγίξεις, πιάνεις λίγο τη μία ρώγα, σε φιλάει στο στόμα αλλά μόλις κάνεις να την αγκαλιάσεις, ξεφεύγει. Την ακολουθείς νοιώθωντας το πόθο να σου καίει το στομάχι, νοιώθεις το πουλί σου υγρό, σκύβοντας όμως διαπιστώνεις την ύπαρξη πέους. Δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς ΤΙ είσαι, η νεράϊδα σε φωνάζει. Την ακολουθείς τρέχοντας και τη φτάνεις. Είσαι σ’ ένα λιβάδι στην αρχαία Ελλάδα γεμάτο νύμφες και σάτυρους. Οργιάζουν μεταξύ τους και σε προσκαλούν. Μετά χαράς ορμάς διαπιστώνοντας ότι δεν φοράς τίποτα, ούτε τις κάλτσες. Εχεις καυλώσει, ιδρώσει τρέμεις απο την ηδονή καθώς οι νύμφες σε χουφτώνουν, παίζουν με το πούτσο σου, τα μπαλάκια, το κώλο σου. Εχεις ωραίο κώλο, κόσμημα για δάγκωμα. Οι γυναίκες πάντα παρατηρούν το κωλαράκι σου στις παραλίες γλείφοντας ανεπαίσθητα τα χείλια τους. Τινάζεσαι και βογγάς, κάτι σου πιπιλάει τ’ αρχίδια, κάτι διαφορετικό, κάτι απίστευτο σου συμβαίνει, αρχίζεις και τρέμεις ολόκληρος, αμυδρά ακούς τις νύμφες να γελούν, είσαι ανάσκελα και εκ περιτροπής καρφώνονται επάνω σου, η μία μετά την άλλη. Χώνεις το πρόσωπό σου και τη γλώσσα σου με μπόλικα στήθη με ανασηκωμένες ρώγες. Γλείφεις, πιπιλάς μπουκώνεσαι βυζιά. Οι γυναίκες αχόρταγες, πληθωρικές, απαιτητικές. Ξεχνάς τα πάντα και παραδίδεσαι.

Βρίσκεσαι στο πλάτωμα της αρχής με τις κάλτσες. Εχεις κουραστεί και λίγο κρυώνεις. Τυλίγεσαι με ένα μαλακό γαλάζιο ύφασμα που φοράς. Είσαι έξω απο ένα μικρό σπίτι, κάποια παλιάς εποχής. Η πόρτα είναι μισάνοιχτη, ακούγεται μία ανδρική προσταγή «Γύρνα» και μία γυναικεία «αχ, αχ», κοντοστέκεσαι αλλά αναθαρρεύοντας προχωρείς. Μπροστά σου είναι μία νέα γυναίκα γυμνή απο τη μέση και κάτω, τοποθετημένη πάνω σε μία κοντή καρέκλα ή σκαμνί. Μπροστά της ένας φαλακρός ντυμένος άνδρας, με το πούτσο (τεράστιος να λέμε) στο χέρι είναι έτοιμος να της τον χώσει. Στο μουνί της που το βλέπεις να στάζει. Ζαρώνεις και παρακολουθείς. Της τον χώνει με τη πρώτη, άγρια και απαιτητικά φωνάζοντας «τον θέλεις όλο παλιοπ.., όλον θα τον φάς» και εκείνη χτυπιέται απο ηδονή. Κάτι γίνεται και πρίν χύσει σταματούν, αισθάνονται μία παρουσία, εσένα που είσαι ακόμη εκεί. Η γυναίκα σηκώνεται απο τη πολυθρόνα, είναι μισοντυμένη τελικά με κάτι σαν μακριά φούστα και τα βυζιά της έξω, σηκώνεται για να δεί και ο άντρας της με το καυλωμένο πουλί στο χέρι χαμογελάει με νόημα..ναί, εσένα θέλει. Τώρα. Κάνεις πίσω, να φύγεις, δεν προλαβαίνεις σε τσάκωσε η γυναίκα απο πίσω, βυθίζει ήδη τη γλώσσα της στο στόμα σου..ένα χέρι απελευθερώνει το ύφασμα και είσαι τσιτσίδι μπροστά τους, σου πιάνει ο άνδρας τα βυζιά σου, με το χέρι του πασπατεύει τη κλειτορίδα σου. ..ναί κορίτσι είσαι τώρα, ένα κορίτσι που θα το σκλαβώσουν στην ηδονή. Γλείφεις το γεμάτο χύσια μουνί της γυναίκας, ενώ ο άνδρας της σε παίρνει απο μπροστά, ξανά και ξανά. Τον γλείφεις μαζί με τα τριχωτά του αρχίδια, τον σαλιώνεις καλά γιατί ξέρεις τι θα γαμίσει μετά. Η γυναίκα του σου γλείφει το κώλο σου, βούτυρα και τέτοια δεν χρειάζονται. Αλλά αφού επιμένεις αδειάζουν επάνω σου κάτι σαν λαδικό, να γλυστράς σαν το χέλι.. Ανάσκελα με τα πόδια σηκωμένα. Σε γαμίζει ξανά και ξανά ο άντρας, μπαίνει απο τη μιά, μετά απο την άλλη. ΄Ξεχνάς τα πάντα και παραδίδεσαι.

Βρίσκεσαι στο πλάτωμα τις αρχής και κολλάς παντού, το σώμα σου είναι λιγδωμένο και λασπωμένο, φοράς κάλτσες. Αποφασίζεις να πάρεις το τρίτο μονοπάτι, εκείνο που οδεύει στη λίμνη, τουλάχιστον να ξεπλυθείς. Θεωρείς. Φθάνεις στη λίμνη και βλέπεις πλάσματα να κινούνται στην άμμο, ολόγυμνες μορφές που σε κυττάνε.  Εχουν δύο ειδών γεννητικά όργανα, όπως άλλωστε και εσύ και πούτσο (μεγάλο) και μουνί (βαθύ και στενό). Τρέχουν πρός το μέρος σου σε πιάνουν και σε πετάνε στη λίμνη. Εκεί το νερό ξεπλένει τις παλιές σου εμπειρίες, τα γεννητικά σου όργανα μπαίνουν σε λειτουργία συγχρόνως, να εξυπηρετήσουν τις ερμαφρόδιτες γοργόνες, τα χέρια σου χαϊδεύουν, εισχωρούν, ζυγίζουν, το στόμα σου φιλιέται, ρουφάει, πιπιλάει, γλείφει. Πότε είσαι όρθιος, πότε ανάσκελα, πότε ξαπλωμένη στο πλευρό, πότε μπρούμυτα.  Ξεχνάς τα πάντα και παραδίδεσαι.

Ξυπνάς και βρίσκεσαι στο δωμάτιό σου, στο κρεββάτι σου με τις κάλτσες. Τα σεντόνια κουβάρι, τα έχεις καταχύσει. Απλώνεις το χέρι σου και πιάνεις μία πλάτη, η ξεπέτα της προηγούμενης βραδυάς. Κολλάς πάνω στη πλάτη και μεταφέρεις την ανάγκη σου. Είτε είσαι άνδρας, είτε γυναίκα θα παραδοθείς στο σέξ

Read Full Post »