Με κάλεσαν σε ένα πάρτυ. Οχι κάποιοι γνωστοί – άγνωστοι, όπου θα χαλαρώσω αφήνοντας τον εαυτό μου ελεύθερο, φορώντας φόρεμα χωρίς εσώρουχα, χωρίς κυλότα σίγουρα, ώστε σε κολλητό χορό να ηδονίζομαι όταν τα χερια του καβαλιέρου μου κατεβαίνουν προς το ποπό μου, αγγίζοντας εμένα χωρίς το βρακί. Ηδονίζομαι όταν αισθάνομαι τους κτύπους τις καρδιάς να αυξάνονται, όταν τα χέρια συνειδητοποιούν ότι τα κωλομέρια είναι ελεύθερα , και πάλι όμως πιστεύουν στην ύπαρξη ενός έστω στρίνγκ. Λικνίζομαι και τρίβομαι στο καβάλλο του παρτενέρ μου, ενώ τα εμβρόντητα χέρια με άρπαξαν απο τα πισινά, ξέροντας πιά ότι μας χωρίζει ένα φορεματάκι. Χύνω στα μπούτια μου όταν του σηκώνεται. Δεν τον αφήνω ακάλυπτο, δεν τραβιέμαι, τον αφήνω να τριφτεί επάνω μου, με σφίγγει, τον φιλάω. Οταν χαλαρώνει τραβιέμαι. Πάω στον επόμενο και ούτω το κάθ ‘εξής, ώς το τέλος του πάρτυ, μέχρις ότου κάποιος απο’ αυτούς με τραβήξει σε κάποιο δωμάτιο και με καβαλλήσει. Πάντα κάποιος βρίσκεται, ή κάποιοι. Ευτυχώς. το φόρεμα βγαίνει και ολόγυμνη παραδίδομαι στην ηδονή. Δεν με νοιάζει ποιός με πηδάει, αρκεί να μπορεί.
Με κάλεσαν σε ένα πάρτυ, κάποιοι φίλοι. Ολοι γνωριζόμαστε οικογενειακά, φιλικά άρα δεν θα υπάρχει ίχνος έκπληξης, δεν θα κολλήσω σε κανέναν, κανείς δεν θα μου σηκώσει το φόρεμα, κανείς δεν θα με κυττάξει διαφορετικά. Ομως θα πάω, γιατί δεν έχω άλλη πρόταση για αυτό το Σάββατο. Διαλέγω ένα ασπρόμαυρο φορεματάκι, με φρου-φρού φούστα. Το αίμα νερό δεν γίνεται : το καλσόν μου είναι ouvert στο καβάλλο. Θα καυλώσω με την ιδέα και μόνο. Γόβες μαύρες, λευκό τσαντάκι. Εμφανησιακά μη εντυπωσιακή, που νάξερες τι δεν υπάρχει απο κάτω. Μη γελιέσαι , θα σκυλοβαρεθώ. Φεύγω.
Είμαι στο «πάρτυ» εδώ και ένα 2ωρο. Τους ξέρω όλους και όλοι νομίζουν ότι με ξέρουν. Μιλάμε τις γνωστές κοινοτυπίες. Ενα χέρι αγκαλιάζει τη μέση μου, γυρίζω Α! Η παλιά μου φίλη, η Πάουλα. Μάτς-μούτς, πάμε επάνω να τα πούμε. Περνάμε απο τη τουαλέτα, γελάει που κατουράω όρθια, σκουπίζομαι και της το δίνω. Με γλείφει γονατιστή μπροστά μου, δεν έχω πολλά υγρά, πιάνει τη κλειτορίδα μου με τα δόντια της, ανατριχίλες διασχίζουν το κορμί μου. Συνεχίζει να πίνει τα υγρά μου. Οργασμός πνιχτός..τραβάω το καζανάκι, ώστε να μην ακούγομαι. Εχω ανάψει, θέλω να μη γαμήσουν ΤΩΡΑ. Φιλάω τη Πάουλα, της πιάνω τα βυζάκια της, σφιχτά για γλείψιμο. Πιπιλάω τις ρώγες της ενόσω εκείνη μιλάει στο κινητό της. Χαιρετάμε την ομήγυρι και φεύγουμε μαζί.
Εχει ένα μεγάλο αμάξι με φυμέ τζάμια. Κάθομαι πίσω. Επιτακτικά μου ζητάει να βγάλω το φόρεμά μου και να της το δώσω. Το βγάζω και ανατριχιάζω απο τη προσμονή. «Παίχτο» μου λέει. «Θέλω 3 οργασμούς, απο σένα». Δεν παίρνει πολύ ώρα, και χύνω 3 φορές, λεκιάζοντας το πίσω κάθισμα..κρυώνω λίγο, εχει μειώσει τη θέρμανση. Σταματάμε κάπου, ανοίγουν οι πόρτες και μπαίνουν 3 άντρες, 2 πίσω, ένας εμπρός. Ο μπροστινός είναι γνωστός μου, ο άνδρας της Πάουλα, οι άλλοι δυό, φίλοι του φαντάζομαι, όχι, είναι αδέλφια του. Με το που κάθονται με αρπάζουν, ο ένας μου χώνει το πούτσο του, όλο, στο στόμα μου, ο άλλος παλεύει με το παντελόνι του, το βγάζει και μου τον χώνει στο μουνί, ίσα που τον αισθάνομαι κολυμπαει το πέος του στη θάλασσα της ηδονής μου. Με γαμίζει δυνατά γιά ώρα. Ούτε βλέπω, ούτε ακούω, μόνο ρουφάω. Μου χύνει το στόμα, πνίγομαι..τραβιέται. Ο άλλος απο πίσω δεν έχυσε αλλά τραβήχτηκε. Το αυτοκίνητο έχει σταματήσει σε ένα ιδιωτικό πάρκινγκ. Η Πάουλα είναι στο δάπεδο του πάρκινγκ , τη πηδάει ο άνδρας της απο πίσω. Σέρνομαι κοντά της, θέλω τις ρώγες της, και το μουνί της θέλω, όμως με θέλουν και άλλοι. Με πιάνει ένας και με γυρίζει στα γόνατά μου, μου τραβάει τα μαλλιά πίσω, ανοίγω το στόμα μου και καταπίνω έναν, ακόμη έναν πούτσο. Δάχτυλα μπαίνουν στο κώλο μου, κρέμα μου βάζουν μάλλον, κάποιος πασπατεύει τη κλειτορίδα μου, μου τον χώνει αργά στο κώλο μου, πονάω και γρυλλίζω. Προχωράει αργά, ο πόνος καταλαγιάζει. Το πήδημα αρχίζει. Ολη τη νύχτα, ρουφάω, και πηδιέμαι. Γλείφω το μουνάκι της Πάουλα. Το λατρεύω, είναι ζεστό, φουσκωμένο, μυρίζει λαγνεία, πιάνω τα κωλομεράκια της, της τα έχουν καταχύσει, δεν με νοιάζει αρκεί που μπορώ και τα αγκαλιάζω.
Φτάνουμε σε ένα κρεββάτι κάποια στιμγή, όπου αφηνόμαστε στο Μορφέα. Ξυπνάω το πρωϊ και είμαστε μόνες, η Πάουλα και εγώ. Σαν όνειρο η χθεσινή βραδυά. Αγκαλιαζόμαστε και αφουγκραζόμαστε..τα αγόρια που είναι στη κουζίνα και ετοιμάζουν το πρωϊνό μας. Θα φάμε όλοι μαζί, ολόγυμνοι, πλυμμένοι στη κουζίνα..και μετά..θα απολαύσουμε τη Κυριακή μας.