Η καινούργια γραμματέας δεν ήταν ιδιαίτερα νέα, φαινόταν γύρω στα 40, μια ματιά στο βιογραφικό της έδειξε 43 παρακαλώ..!! Και ήθελε και νέα δουλειά, με νέα καθήκοντα. !! Καλοντυμένη σύμφωνα με την ηλικία της, μπορντώ ταγιέρ, τακούνια, λίγο βάψιμο. Μπόλικο το βυζί παρόλλο που κρυβόταν πίσω απο τη μπλούζα. Ο διευθυντής ήθελε να τη πάρει στην εταιρεία και να τη δώσει σε εκείνον..μπάς και στεριώσει καμμιά στο γραφείο του..γιατί ήταν γεγονός ότι αργά ή γρήγορα..θα τις βούταγε.
Ολοι το ήξεραν, τον έλεγαν «τα χέρια που πάνε παντού», δεν το έκανε επίτηδες, όταν έβλεπε γυναίκα έπρεπε να της βάλει χέρι αμέσως..και πάντα βρισκόταν τρόπος. Αν μπαίνανε μαζί στο ασανσέρ, της κόλλαγε απο πίσω και το χέρι του ζούπαγε το κώ λο της, αν στο ίδιο ασανσέρ ήταν καμμία στο πλάι, με τρόπο της έπιανε ό,τι μπορούσε, βυζί-μπούτι-μου νι- μερικές τον αγριοκύτταγαν ή τον είχαν βρίσει προς μεγάλη θυμηδία των παρευρισκομένων που παρακολουθούσαν εντατικά!! Οσο για τις παλιές γραμματείς του..το τι τους έκανε δεν λέγετο, τις πασπάτεψε όλες παντού, τους υπαγόρευε με το χέρι στο πουλί τους, τις έβαζε να του δίνουν τα εσώρουχά τους το πρωϊ και μετά όλο να σκύβουν,
να κάθονται με τις φούστες ψηλά και αν κάνανε κάποιο λάθος, τις κράταγε υπερωρία. Δεμένες σε μία καρέκλα με τα εσώρουχα μισοβγαλμένα, φιμωμένες, με ανοιχτά τα πόδια να τις πασπατεύει με την ησυχία του. Δεν τις πήδαγε ποτέ, τριβόταν επάνω τους και τις έχυνε παντού. .. πί πες παίρνανε β εβαίως πολλές καμμιά φορά τις έδερνε με τη ζώνη του αν το παράπτωμα ήταν σοβαρό, σε γενικές όμως γραμμές μόνο πασπάτεμα.. Και όταν εκείνες είχαν λυσσάξει πιά απο τους οργασμούς, τις έστελνε σπίτι τους και εκείνος βολευόταν με τις πόρνες.
Το χόμπυ του αυτό το γνώριζαν απο τις καθαρίστριες (τις είχε όλες βουτήξει) μέχρι τον Πρόεδρο
! (Α! Και τη γυναίκα του είχε στριμώξει μιά φορά σε ένα διάδρομο..τη πήγε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, της κατέβασε τη κυλόττα και της έβαλε κω λο δάχτυλο. Δεν τη γά μι σε, κράτησε τα προσχήματα παρόλλα τα βογγητά της) . Ηταν όμως πολύ καλός στη δουλειά του, είχε και κάτι συγγένειες με τη Κυβέρνηση, έτσι όλοι παρέβλεπαν..και ευχόντουσαν να μην έπεφταν οι γυναίκες τους στα χέρια του.
Νάτη λοιπόν η κα Ντορίτα, πρώτο απόγευμα στο γραφείο, μία Παρασκευή αργούτσικα για να την ενημερώσει. Αρχισε να της απαριθμει τα καθήκοντά της και σε μιά στιγμή, εκεί που πέρναγε απο κοντά της..του έπιασε τον πι σι νο! Ταράχτηκε! Πρώτη φορά του συνέβαινε κάτι τέτοιο, συνήθως εκείνος ήταν που έκανε το πρώτο βήμα..και να τώρα αυτή η μπασμένη 45άρα να τον βουτάει ! Γύρισε απότομα και τη χαστούκισε! «Ντροπή σας! Τι με περάσατε!» της είπε άγρια. Εκανε ένα βήμα πίσω αλλά δεν πρόλαβε γιατί η Ντορίτα σηκώθηκε σαν αστραπή και του κάθισε 2 χαστούκια, ένα σε κάθε μάγουλο. Μετά τον έπιασε απο τους ώμους και βίαια τον έρριξε κάτω..κάθισε επάνω του, πάνω στο στήθος του, τόυ κόπηκε η ανάσα..την έβρισε χυδαία, εκείνη όμως αδιάφορα άρχισε να γδύνεται..ζακέττα, μπλούζα, σουτιέν..φύγανε. Τα χέρια του σπασμωδικά κινήθηκαν πρός τις ρώγες που ήταν σκούρες σαν των Νέγρων.. «όχι κακό αγοράκι, πρώτα θα βγάλεις τα ρούχα σου» του είπε και τον ελευθέρωσε. Πήρε βαθιά ανάσα και σε μισό λεπτό τα είχε πετάξει στο πάτωμα σωρό. Η στύ ση του τεράστια, για πρώτη φορά δεν ήθελε να χουφτώσει αλλά να γα μι σει.. Αντ ΄αυτού του πέρασε λουριά στα πόδια και στα χέρια, τον έζεψε σαν αλογάκι με γκέμια και μετά εκείνη ξαναντύθηκε.. Τον έσπρωξε πρός τον διάδρομο..το ασανσέρ..
«ΜΑ ΠΟΥ ΠΑΜΕ» ρώτησε τρομαγμένος, «στην Αίθουσα Συνεδρίων, επάνω» του απάντησε «έχω καλέσει τις πρώην γραμματείς σου και όσες έχεις γενικά πασπατέψει/πειράξει απο τον χώρο, να σου ανταποδώσουν τα ίσια»..»προχώρα τώρα» τον έσπρωξε με το πόδι ελαφρά στα πισινά και μπήκαν στο ασανσέρ!.
Για ώρες τον τυρρανούσαν πασπατεύοντας τον. Τις έβλεπε να κάνουν σέξ μεταξύ τους και δεν τον άφηναν να τις πλησιάσει.. Τις έγλειφε και παρακαλούσε, του σηκωνόταν-έχυνε, έπεφτε-του το ξανασήκωναν. Το χάραμα τον βρήκε ακόμη να παρακαλεί. Ηταν γεμάτος απο τα υγρά τους κολλούσε ολόκληρος απο ιδρώτα και ορμές. Τον έντυσαν και τον κατέβασαν κάτω, να πάει σπίτι του έτσι όπως ήταν με τη συγκοινωνία γιατί του είχαν πάρει και τα κλειδιά του αυτοκινήτου του. Τον άφησαν στο πεζοδρόμιο και έφυγαν..
Εμεινε εκεί ζαλισμένος και κατάκοπος. Σκοτάδι έξω, κανείς στο δρόμο..πίσω του η πόρτα κλειστή. Κούρνιασε στο κεφαλόσκαλο και κοιμήθηκε.
Ενα βρεγμένο πανί τον συνέφερε, κάποιος του έβρεχε το πρόσωπο, προσπαθούσε να τον συνεφέρει, το πέτυχε γιατί ξύπνησε απο το λήθαργο, πήγε να σηκωθεί. Τον υποβάσταξαν μέχρι ένα αυτοκίνητο, τον έβαλαν στη θέση πίσω, σαν να ναρκώθηκε πάλι με το κούνημα των ταχυτήτων…μπήκε το αμάξι σε υπόγειο γκαράζ, έκλεισε βαριά η πόρτα πίσω του. «Πού είμαι πάλι;» αναρωτήθηκε.. κύτταξε τον οδηγό..η Ντορίνα. Δόξα τω θεώ, σκεφτηκε.
Τον πήγε σπίτι της και τον έβαλε σε ζεστή μπανιέρα με απαλό νερό, τον σαπούνισε, του καθάρισε καλά-καλά το που λι του και το κώ λο του που ήταν πανβρώμικοι και οι δυό, τον έλουσε, τον ξέβλαλε. Βγήκε έξω απο τη μπανιέρα άλλος άνθρωπος, κουρασμένος αλλά πιο καλά. Τον τυλιξε με μία πετσέτα..και μετά τη τύλιξε με τα μπράτσα του. Φιλήθηκαν. Κατευθύνθηκαν πρός τη κρεββατοκάμαρα. Δεν ήταν σίγουρος αν θα μπορούσε να τη πηδήξει όπως θα έπρεπε, αλλά ίσως να τα κατάφερνε αύριο το πρωϊ.
Εβαλε το πρόσωπό του στα βυ ζιά της και αποκοιμήθηκε. α
Read Full Post »